- Σφακτηρία
- ηνησί μπροστά από το λιμάνι της Πύλου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Σφακτηρία — Σφακτηρίᾱ , Σφακτηρίη fem nom/voc/acc dual Σφακτηρίᾱ , Σφακτηρίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σφακτηρίᾳ — Σφακτηρίᾱͅ , Σφακτηρίη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σφακτηρία — Νησί στο Ιόνιο πέλαγος που κλείνει το φυσικό λιμάνι της Πύλου. Το 424 π.Χ., τον έβδομο χρόνο του Πελοποννησιακού, έγιναν εκεί αιματηροί αγώνες ανάμεσα στους Αθηναίους και τους Σπαρτιάτες. Ο Ηρόδοτος γράφει ότι στην εποχή του, το νησί ήταν… … Dictionary of Greek
Σφακτηρία — Sp Sfaktirijà Ap Σφακτηρία/Sfaktiria L s. Jonijos j., Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Σφακτηρίας — Σφακτηρίᾱς , Σφακτηρίη fem acc pl Σφακτηρίᾱς , Σφακτηρίη fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Сфактерия — (Σφακτηρία или Σφαγία) лесистый необитаемый каменистый островок близ берега Мессении, в виду Пилосской гавани. Во время Пелопоннесской войны (в 425 г. до Р. Хр.) афиняне захватили здесь спартанский отряд. Ныне остров называется Сфагией. Н. О … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Σφακτηρίαν — Σφακτηρίᾱν , Σφακτηρίη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ολυμπία — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… … Dictionary of Greek
Ολύμπια — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… … Dictionary of Greek
πύλος — Με το όνομα αυτό αναφέρονται τρεις πόλεις: μία της μυκηναϊκής εποχής, μία των κλασικών χρόνων και μία σύγχρονη. 1. Μυκηναϊκή Π. Είναι η πόλη του ομηρικού Νέστορα, του οποίου η δύναμη και η δόξα δεν είχαν σχεδόν τίποτα να ζηλέψουν από τη δόξα και… … Dictionary of Greek